Ο Πύργος της Πέτρας

 Ντίνα Σ. Μήτσου

Όσοι κινούνται προς Αλίαρτο, καθώς πλησιάζουν αντικρίζουν τον Πύργο της Πέτρας να δεσπόζει πάνω σ' ένα βράχο. Ξεχωρίζει από τη μεγάλη και γραφική σπηλιά που υπάρχει κάτω από τον βράχο. Ο Πύργος αυτός ήταν ιδιοκτησία του Βενετού Αντωνέλλη και τον συνοδεύει μια ενδιαφέρουσα παράδοση. 

Κάποια Κυριακή πριν από την Επανάσταση του '21 στην Λιβαδειά ήταν όλα έτοιμα για να γίνουν οι γάμοι της αρχοντοπούλας Άννας μ' ένα λεβέντη της Λιβαδειάς. Κι ενώ το αρχοντικό του γέρου Λάμπρου, του πατέρα της κοπέλας και προεστού της πόλης, ήταν γεμάτο κόσμο, εισέβαλαν ξαφνικά οι Τούρκοι χωροφύλακες, τον έδεσαν, τον συνέλαβαν και με συνοπτικές διαδικασίες τον έκλεισαν στις φυλακές με την κατηγορία του ληστοτρόφου. Την κατηγορία αυτή την είχε μηχανευθεί ο Βενετός Αντωνέλλης που αναφέραμε πιο πάνω, γιατί ήθελε για τον εαυτό του την όμορφη Άννα. 
Στη συνέχεια, με την πρόφαση ότι ήθελε να υποδείξει στην δυστυχισμένη κοπέλα τον τρόπο αποφυλάκισης του πατέρα της, κατόρθωσε με ανώνυμη επιστολή, που προερχόταν τάχα από οικογενειακό φίλο, να την παρασύρει στις πηγές της Έρκυνας, να την απαγάγει με υποτακτικούς του και να την μεταφέρει στον πύργο του στην πέτρα. Ωστόσο, η Άννα κλεισμένη στον πύργο, δεν δεχόταν με κανένα τρόπο να γίνει γυναίκα του Αντωνέλλη. Τότε ο αδίστακτος Βενετός, άρχισε να διαδίδει ότι για την φυλάκιση της Λιβαδειάς καθώς και για την εξαφάνιση της Άννας υπεύθυνος ήταν ο τοπάρχης της Λιβαδειάς. Αυτό έκανε προκειμένου να το μάθει ο μνηστήρας της Άννας, να εξοργισθεί και να στραφεί ενάντια στον τοπάρχη, κι έτσι να τιμωρηθεί με θάνατο. 
Ο μνηστήρας της  Άννας, όμως, ο Φλώρος έμαθε την αλήθεια και για να πάρει εκδίκηση ανέβηκε στον Ελικώνα και συναντήθηκε με τα εκατό παλικάρια του καπετάν Δήμου. Με την βοήθεια τους όρμησε ένα βράδυ στον πύργο της Πέτρας για την απελευθέρωση της Άννας. Τα παλικάρια κινούνταν αποφασισμένα και η σύγκρουση ήταν σφοδρή. Ο Αντωνέλλης, όταν κατάλαβε πως δεν θα γλιτώσει, σκότωσε την Άννα, έβαλε φωτιά στον πύργο, έφυγε κρυφά από υπόγεια σήραγγα και καλπάζοντας με το άλογο του εξαφανίστηκε μέσα στο σκοτάδι της νύχτας. 
Ο Φλώρος έμεινε άφωνος, όταν βρήκε την  Άννα νεκρή, και τρελός από τον καημό του άρχισε να περιπλανιέται άσκοπα και να τριγυρνά στην περιοχή. Τελικά χάθηκε κι αυτός και με τον καιρό ξεχάστηκαν όλοι και όλα. 
Αφού πέρασε μεγάλο χρονικό διάστημα, στο γειτονικό μοναστήρι του Οσίου Λουκά με τα ξακουστά ψηφιδωτά παρουσιάστηκε μια μέρα ένας ασπρομάλλης καλόγερος, αξιολύπητος, με το όνομα Φώτιος. Μόλις αντίκρισε τον ηγούμενο του μοναστηριού, που δεν ήταν άλλος από τον γέρο Λάμπρο, σωριάστηκε λιπόθυμος. Όταν συνήλθε, παρακάλεσε επίμονα να τον στείλουν μακριά από το μοναστήρι και τους ανθρώπους, να βόσκει τα κοπάδια της μονής στα λιβάδια του Παρνασσού. Ο ηγούμενος προσπάθησε να του αλλάξει γνώμη, ο Φώτιος όμως ήταν αμετάπιστος. 
Ως βοσκός ήταν υπόδειγμα, μα πολλές φορές γυρνούσε μελαγχολικός και αμίλητος. Περιπλανιόταν σαν φάντασμα και το χειρότερο, σαν έφτασε ο χειμώνας, με κανένα τρόπο δεν δεχόταν να επανέλθει στο μοναστήρι, όπως έκαναν οι άλλοι βοσκοί. Αντίθετα, παρέμεινε στον τρύπιο βράχο, σε μια σπηλιά του βουνού. Την άνοιξη, που ανέβηκαν και πάλι στον Παρνασσό οι βοσκοί, έτρεξαν στην σπηλιά μα τον βρήκαν νεκρό. Δίπλα του, σ' ένα λερωμένο χαρτί διάβασαν το πραγματικό του όνομα και την ιστορία του. Ήταν ο Φλώρος και με το γράμμα αυτό απευθυνόταν στον πεθερό του, ηγούμενο της μονής. Του περιέγραφε πως ύστερα από τη δολοφονία της Άννας κυνήγησε επίμονα τον Αντωνέλλη και έμαθε πως ήταν ένας κοινό εγκληματίας Λομβαρδός με το όνομα Πικάρδης και πέτυχε να τον καταδικάσουν σε θάνατο για τα πολλά του κακουργήματα. Μα δεν αρκέστηκε σ' αυτό. Για να ικανοποιήσει το δικαιολογημένο πάθος του γι' αυτόν, θέλησε να τον εκτελέσει με τα ίδια του τα χέρια. Γι' αυτό δέχτηκε να γίνει δήμιός του. Πριν τον αποκεφαλίσει, βύθισε τρείς φορές στο στήθος του το ξίφος ως τη λαβή, εκείνο που με τόση σκληρότητα είχε τρυπήσει την καρδιά της Άννας και είχε θανατώσει τρείς ανθρώπους μαζί, την Άννα τον πατέρα της και αυτόν τον ίδιο. 
Και το γραπτό του Φλώρου κατέληγε: « Ρίγος θανάτου αισθάνομαι. Πάτερ προσεύχου. Ω Άννα,.».  
Αυτή λοιπόν είναι η ιστορία του πύργου της Πέτρας που δεν πρέπει να αφεθεί στη λήθη του χρόνου και για όσους τυχαίνει να περνούν από εκεί, κοιτάζοντας τον να θυμούνται την τραγική ιστορία της Άννας και του Φλώρου.(Πηγή- ΕυθΔάλκας 
(Απόσπασμα από το βιβλίο μου: Στα μονοπάτια της παράδοσης) 

Σχόλια