Ελληνικές παραδόσεις



Η πολιτιστική μας κληρονομιά δεν είναι νεκρό παρελθόν. Όταν οι ρίζες είναι βαθιές, τα θεμέλια γερά και αναλλοίωτα στο πέρασμα του χρόνου τότε οι μνήμες και τα βιώματα δύσκολα σβήνουν από την γενέθλια γη διότι είναι ο ζωντανός χυμός από τον οποίο τρέφεται και βλασταίνει ο σύγχρονος πολιτισμός μας. 
  Αυτές τις μέρες οι ευχές για υγεία, ευτυχία, ευημερία απλώνονται μαζί με τα κάλαντα των παιδιών στους ψαλμούς στις εκκλησίες μέσα στις κοινωνίες των ανθρώπων για να ξορκίσουν το κακό.  Οι Ελληνικές παραδόσεις είναι αυτές τις μέρες το χρωματιστό ευαγγέλιο του λαού μας. 
 
                                                     Τα ζώα της φάτνης 
 Η προφορική παράδοση συμμετέχει και στη γέννηση του Χριστού και μας μιλά για τα δύο ζώα που είναι πάνω από τη φάτνη με σκυφτά τα αγαθά τους κεφάλια, ζεσταίνοντας με τα χνώτα τους το Θείο βρέφος. Σύμφωνα λοιπόν με την παράδοση ο Ιωσήφ και η Μαριάμ φεύγοντας βιαστικά από την Ναζαρέτ  για τη Βηθλεέμ όπου έπρεπε να απογραφούν κατά το Ρωμαϊκό διάταγμα. Εκτός από το γαϊδουράκι όπου θα καθόταν η Παναγία πήραν μαζί τους και το σπιτικό βόδι που είχαν να το πουλήσουν για να εξοικονομήσουν τα έξοδα τους. Αυτά τα δύο ζώα έγιναν οι πρώτοι μάρτυρες στις οδύνες της Παναγίας και στη γέννηση του Χριστού. 
 
                                                         Η βασιλόπιτα 
 Η εποχή μας τον  Άγιο Βασίλη τον θέλει ντυμένο στα κόκκινα με σκούφο, παχουλό και ροδοκόκκινο πάνω στο έλκηθρο του να γυρίζει τον κόσμο και να μοιράζει δώρα στα παιδιά. Αυτή η συνήθεια έχει έρθει από τη Δύση και έχει επηρεάσει σχεδόν όλο τον κόσμο. Το έθιμο της βασιλόπιτας έχει απλωθεί και έχει βγει έξω από τη λαϊκή παράδοση που ζήσαμε όλοι στα πατρικά μας σπίτια. Τώρα έχει γίνει ένα έθιμο κοσμικό αφού την βασιλόπιτα την κόβουν σε κοινωνικές συγκεντρώσεις όπως σε συλλόγους κάθε κλάδου και έχει επεκταθεί η κοπή της πολύ αργότερα από την Πρωτοχρονιά. Το γεγονός αυτό δεν είναι καθόλου κακό γιατί δίνεται η ευκαιρία σε φίλους, γνωστούς και συναδέλφους να βρεθούν και να διασκεδάσουν.  
 Τώρα ας έρθουμε πιο κοντά στον πραγματικό Άγιο Βασίλειο που μοίρασε όλη του την περιουσία για να φτιάξει νοσοκομεία, σχολεία και φιλανθρωπικά ιδρύματα. Όταν λοιπόν ήταν επίσκοπος στην Καισάρεια ο τότε έπαρχος της Καππαδοκίας πήγε με σκληρές διαθέσεις στην Καισάρεια να εισπράξει φόρους. Οι κάτοικοι φοβισμένοι ζήτησαν  την προστασία του ποιμενάρχη τους. Εκείνος τους ζήτησε να του πάνε ότι πολύτιμο είχαν σε χρυσό και κοσμήματα ώστε να τα πάει στον έπαρχο. Έτσι βγήκαν όλοι μαζί με τον δεσπότη τους να τον υποδεχτούν, ήταν όμως τέτοιος ο τρόπος και η πειθώ του Μεγάλου Βασιλείου που ο έπαρχος δεν θέλησε να πάρει τα δώρα και έφυγε. Γύρισαν πίσω όλοι χαρούμενοι.  
 Κατόπιν ο Μέγας Βασίλειος θέλησε να τους τα δώσει πίσω αλλά ήταν αδύνατον να πάρει ο καθένας ότι είχε δώσει. Τότε κατά θαυματουργό τρόπο σκέφτηκε και τους είπε να φτιάξουν μικρές πίτες και μέσα να βάλουν από ένα κόσμημα με σκοπό να μοιραστούν στον κόσμο. Η παράδοση λέει πως ότι είχε δώσει κάποιος το έβρισκε μέσα στην πίτα, για αυτό και μεις σήμερα στη βασιλόπιτα που φτιάχνουμε βάζουμε ένα νόμισμα ή ένα φλουρί και σε όποιον τύχει θεωρείται τυχερός της χρονιάς. 
 
                                                    Οι Καλικάντζαροι 
Ο λαός τους φαντάστηκε ως περίεργα, μικρά, άσχημα ανθρωπάκια που από την παραμονή των Χριστουγέννων ανεβαίνουν στη γη και πολιορκούν τα σπίτια των ανθρώπων κάνοντας διάφορες ζημιές. Οι νοικοκυρές φρόντιζαν να κλείνει αμέσως η πόρτα του σπιτιού μη τυχόν και μπούνε μέσα. Αλλά επειδή υπήρχε η καμινάδα έμπαιναν από κει. Τότε λοιπόν επινόησαν το κόσκινο και το έβαζαν πάνω από την καμινάδα. Οι καλικάντζαροι προσπαθούσαν να μετρήσουν  τις τρύπες από το κόσκινο οπότε έχαναν το λογαριασμό και έφτανε η παραμονή των φώτων, τότε φοβισμένοι φώναζαν: ''Φεύγετε να φεύγουμε και έφτασε ο νταβρόπαπας με την αγιαστούρα του και με την βρεχτούρα του''. Ύστερα κατέβαιναν κάτω από τη γη και άρχιζαν να πριονίζουν το δέντρο της ζωής και εκεί που κόντευαν να το ρίξουν, έρχονταν πάλι τα Χριστούγεννα και άντε πάλι απ την αρχή. 
 Αυτά περιληπτικά είναι μερικά από τα αμέτρητα έθιμα που μας κρατούν μέχρι σήμερα όρθιους και να ναι ευλογημένοι οι λαογράφοι γνωστοί και άγνωστοι που διαφύλαξαν και παρέδωσαν αυτούς τους θησαυρούς στο έθνος μας.  
 
                                                            Καλή Χρονιά 
 
Ντίνα Σ. Μήτσου 

Σχόλια