Ο φούρνος της Βαρβάρας


   Ο φούρνος της Βαρβάρας

 Θεριστής και ο ήλιος πυρπολεί με τα πύρινα βέλη του την κωπαϊδική γη. Οι θεριστάδες, άνδρες και γυναίκες, προσπαθούν να ρουφήξουν λίγο από το αεράκι που θροΐζει ανάμεσα στα στάχυα, τα οποία γέρνουν από τον καρπό. Πίνουν λίγο νερό και συνεχίζουν το θέρισμα, γιατί ο χρόνος είναι λίγος και φιλοδώρημα δεν παίρνει.
 Ξεκινούσαν πρωί πρωί με τη δροσιά, έκαναν μια διακοπή το μεσημέρι, για να φάνε και να ξεκουραστούν λίγο κάτω από τον ίσκιο κάποιας ιτιάς - αν υπήρχε και αυτή- και συνέχιζαν μέχρι αργά το βράδυ. Με το ένα χέρι έπιαναν τα στάχυα και με το άλλο, που κρατούσε το δρεπάνι, τα έκοβαν πολύ χαμηλά και έκαναν το χερόβολο. Πολλά χερόβολα μαζί σχημάτιζαν τα δεμάτια και πολλά δεμάτια μαζί αποτελούσαν τις θημωνιές.
  Επειδή για το χρόνο που μιλάμε οι αλωνιστικές μηχανές δεν είχαν βγει, ο αλωνισμός γινόταν με τα άλογα, τα οποία έδεναν σε ένα πάσαλο στο κέντρο του αλωνιού και εκείνα άρχιζαν να τρέχουν από το εξωτερικό μέρος προς το κέντρο. Οι εργάτες ανακάτωναν τα στάχυα ώστε με το πάτημα των ζώων να βγαίνει ο χρυσός καρπός. Στη συνέχεια χώριζαν το άχυρο από το στάρι, το κοσκίνιζαν και το έβαζαν στα σακιά. Μετά το πήγαιναν στο σπίτι, το άδειαζαν σε έναν μεγάλο ξύλινο κασόνι, που το έλεγαν αμπάρι.
  Πριν το στάρι πάει για άλεσμα το έπλεναν, το στέγνωναν καλά, να μην έχει υγρασία και το πήγαιναν στο μύλο, στο Καλάμι, που ήταν ο πιο κοντινός από το χωριό μου, μέχρι που τον έκαψαν οι Γερμανοί.
  Τώρα όλα γίνονται με τις μηχανές. Τα αγροτικά χέρια λιγοστέψανε και το ψωμί δεν είναι πια τόσο γλυκό. Αλλά ας ξαναγυρίσουμε στο παρελθόν και στους ανθρώπους του χωριού μου. Μικρό κορίτσι θυμάμαι τις θημωνιές και τον δραγάτη που τις φύλαγε. Όταν, λοιπόν, ερχότανε το πρώτο αλεύρι στο σπίτι, οι γυναίκες το πρώτο που ζυμώνανε ήτανε το πρόσφορο, το οποίο πήγαιναν στην εκκλησία, να ευλογηθεί όλος ο καρπός και για να ευχαριστήσουνε τον Θεό με το  πρόσφορο που θα γινόταν σώμα Κυρίου. Πολύ παλιά γινόταν η γιορτή, που την λέγανε «καρποθέρι». Αυτά τα άκουγα από γυναίκες μεγάλης ηλικίας. Μετά τα πρόσφορα έφτιαχναν τυρόψωμα, έψηναν κρέας και μαζευότανε το χωριό, να γευτεί τους κόπους του σαν τους Ελευσίνιους, οι οποίοι στους αρχαίους χρόνους έκαναν σπονδές στη θεά Δήμητρα.
  Εγώ εκείνο το οποίο χαιρόμουν σαν παιδί που ήμουνα, ήταν ο φούρνος της Βαρβάρας του Βασιλείου Μερεντίτη, γιαγιά του Βασίλη Δ. Μερεντίτη , του Βασίλη Λ. Γκάγκαρη και του Γιάννη Κ. Μερεντίτη. Αυτός ο φούρνος ήταν σημείο αναφοράς, γιατί η Βαρβάρα κατείχε την τέχνη στη διαχείριση του φούρνου. Εκεί, λοιπόν, μαζευόταν όλη γειτονιά, για να ψήσει.
  Ξεφούρνιζαν μοσχομυριστά ψωμιά, τυρόψωμα, τυρόπιτες, λαχανόπιτες και μοσχοβόλαγε ο τόπος από μάραθο και καυκαλίδα. Υπήρχε η μέρα που έψηναν συνέχεια φαγητά. Μπάμιες, μπριάμ, γεμιστές ντομάτες και μπακαλιάρους πλακί που κολυμπούσαν σε ολόγλυκα κρεμμύδια. Ξέχασα να αναφέρω και τις βιταλιές, ο οποίες ήταν μικρές κουλούρες με τυρί, δώρο στη Βαρβάρα που παραχωρούσε τον φούρνο.
  Όχι ότι δεν υπήρχαν άλλοι φούρνοι στο χωριό αλλά για κάτι ιδιαίτερο πηγαίνανε εκεί. Του Ευαγγελισμού, 25 Μαρτίου, η εκκλησία επιτρέπει αυτή τη μέρα κάποια χαλάρωση για την κατανάλωση ψαριού. Έτσι, λοιπόν, ήταν, ας πούμε, τοπικό έδεσμα της περιοχής μας ο μπακαλιάρος με μυρωδάτα χόρτα στο φούρνο. Επίσης τη δεύτερη μέρα του Πάσχα, φτιάχνανε γαρδουμπάκια από τα εντόσθια των αρνιών. Εκεί, λοιπόν, η γειτονιά πεντοβολούσε από τις μυρωδιές του φούρνου της Βαρβάρας. Μυρωδιές, οι οποίες σήμερα έχουν χαθεί από τις καινούριες νοικοκυρές, διότι προτιμούν τα γκουρμέ. Συνεχίζω με μια ωραία πρωτοβουλία που έχει αναλάβει ο Σύλλογος Ελικωνίων. Κάθε χρόνο επιλέγεται ένα σχολείο και ανεβαίνει στο χωριό Ελικώνα. Εκεί, στο μουσείο αγροτικής κληρονομιάς μαθαίνουν τα παιδιά την ιστορία του ψωμιού. Ο τίτλος είναι: Βιωματική μάθηση από το στάρι στο ψωμί.
   Γυναίκες του συλλόγου μιλάνε στα παιδιά για την ιστορία του σταριού και τους δείχνουν πως γίνεται το ψωμί. Τα παιδιά το ζυμώνουν μόνα τους και ανάβουν τον φούρνο, πάντα με την καθοδήγηση των γυναικών και αφού ψηθεί το ψωμί, το μοιράζονται τα παιδιά ευχαριστημένα για τη δημιουργία τους. Πες τε μου τώρα, αυτό δεν πρέπει να το κάνουν και άλλοι σύλλογοι, αφού στα χωριά τώρα δε ζυμώνουν; Και πάλι συγχαρητήρια στους Ελικωνίους.
  Κλείνοντας παροτρύνω τους γονείς και πιο πολύ τις μητέρες να μιλάνε στα παιδιά τους για το περιβάλλον και τη φύση. Δεν είναι ντροπή να τους λένε ιστορίες που ακούσανε από γιαγιάδες και παππούδες. Να τα μάθουν να χαίρονται τη φύση και τα δώρα της, που δυστυχώς τα παιδιά μας δεν γνωρίζουν, αφού τα στάχυα του σταριού θα τα βλέπουν σε πίνακες ζωγραφικής.
   
   Ντίνα Σ. Μήτσου

Σχόλια